[lojikós]
1. όταν κάποιος είναι λογικός, σκέφτεται, μιλάει, συμπεριφέρεται με λογική, ορθότητα, σωφροσύνη, μετριοπάθεια.
2. όταν μια ιδέα ή μια πράξη είναι λογική, είναι αποτέλεσμα σωστής σκέψης και κρίσης.
3. όταν κάποιος είναι λογικός, είναι προικισμένος με τον ορθό λόγο, έχει τη δυνατότητα να διανοείται, να σκέφτεται.
4. λέμε ότι κάτι είναι λογικό όταν δεν είναι υπερβολικό, όταν είναι φυσιολογικό, μέτριο, χωρίς υπερβολές, κανονικό.
ΣΥΝΩΝΥΜΑ
- γνωστικός, μυαλωμένος, σώφρων
- ορθολογικός, μετρημένος, συνετός, φρόνιμος
- λελογισμένος, νοήμων
- κανονικός, φυσιολογικός, νορμάλ
ΑΝΤΩΝΥΜΑ
- παράλογος
- αλόγιστος,
- αντιλογικός -ή -ό
- υπερβολικός
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Επίθετα σε -ος, -η, -ο : Τρικατάληκτο, οξύτονο επίθετο σύμφωνα με το οποίο κλίνονται και τα αγαθός, δασικός κ.ά. . Ο τόνος πάντοτε παραμένει στην ίδια συλλαβή. (Δείτε όλα τα επίθετα αυτής της κατηγορίας εδώ ).
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον – | λογικός λογικού λογικό λογικέ | η της την – | λογική λογικής λογική λογική | το του το – | λογικό λογικού λογικό λογικό |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους – | λογικοί λογικών λογικούς λογικοί | οι των τις – | λογικές λογικών λογικές λογικές | τα των τα – | λογικά λογικών λογικά λογικά |
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ
λογικός < αρχαία ελληνική : λογικός
πηγή : Λεξικό Κοινής Νεοελληνικής
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΛΕΞΕΩΝ
ανορθολογικός -ή -ό, αντιδεοντολογικός -ή -ό, αντιλογικός -ή -ό, αντιορθολογικός -ή -ό,
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
- Κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα ξεκινήσει πυρηνικό πόλεμο, αφού αυτό θα οδηγήσει και στη δική του καταστροφή. (Πηγή: https://www.amna.gr)
- Είναι απόρροια λογικού συνδυασμού επιστημονικών δεδομένων και αρχών της ιατρικής! (Πηγή: https://www.dramini.gr)
- Αυτή η γραμμή παραγωγής έχει λογικό σχεδιασμό, μεγάλη παραγωγική ικανότητα, ισχυρή πρακτικότητα, καλό αποτέλεσμα επιλογής και άλλα χαρακτηριστικά. (Πηγή: https://gr.cnfood-mech.com)
- ..δεν μπορώ να σας μεταφέρω πόση οργή έχω ακόμη γι΄ αυτό τον τσόγλανο που σκότωσε το σπουργίτι. Και θα μου πεις εσύ, ενήλικε λογικέ άνθρωπε, κάτοικε του πλανήτη Γη, εδώ σκοτώνουνε παιδιά. (Πηγή: https://3pointmagazine.gr)
- Οι έφηβοι σήμερα είναι πιο λογικοί και πιο δεμένοι με την οικογένεια. (Πηγή: https://www.cretalive.gr)
- Έκκληση για διατήρηση λογικών τιμών στο ελαιόλαδο απηύθυνε προ ήμερων ο Υπουργός Γεωργίας της Ισπανίας, (Πηγή: https://sedik.gr/gr)
- …οι ηθικές του επιλογές στηρίζονται μόνο στους δικούς του λογικούς συλλογισμούς με σεβασμό στη δικαιοσύνη. (Πηγή: https://elocus.lib.uoc.gr)
- Η λογική σκέψη θεωρείται η κύρια οδός μέσω της οποίας λαμβάνουμε αποφάσεις, ανεξάρτητα αν δέχεται επίδραση από άλλους παράγοντες όπως το συναίσθημα, (Πηγή: https://osteocare.gr)
- Όσο περισσότερο οι εθελοντές ανέπτυσσαν αναλυτικούς συλλογισμούς και έκαναν λογικές σκέψεις, τόσο έτεινε να μειώνεται η θρησκευτική πίστη τους (Πηγή: https://physicsgg.me)
ΣΧΟΛΙΑ1
Το επίθετο “λογική” (θηλυκό γένος) είναι ομόηχη και ομόγραφη με το ουσιαστικό “η λογική” .
λογική (ως επίθετο)
Ως επίθετο, η λέξη “λογική” χρησιμοποιείται για να περιγράψει :
- κάτι που έχει να κάνει με τη λογική ή που είναι σύμφωνο με τις αρχές της λογικής σκέψης.
- κάτι που είναι κατανοητό, συνεκτικό και βασισμένο σε αποδείξεις ή συλλογισμούς.
η λογική (ως ουσιαστικό)
Ως ουσιαστικό, “η λογική” είναι ένα αφηρημένο ουσιαστικό που χρησιμοποιείται ευρέως στη φιλοσοφία, τη μαθηματική λογική και την καθημερινή ομιλία. Αναφέρεται :
1α. στην επιστήμη που ασχολείται με τη δομή, με τις μορφές και με τους νόμους της νόησης
1β. στο μάθημα, το σύγγραμμα που διδάσκει την επιστήμη της λογικής
2. στην ακολουθία ιδεών, σκέψεων, γεγονότων με εσωτερική συνέπεια, συνάφεια
3. στον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται, συλλογίζεται κάποιος
ΣΧΟΛΙΑ2
Η λέξη “λογικά” στη νέα ελληνική γλώσσα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επίθετο, ουσιαστικό και επίρρημα, και κάθε χρήση έχει διαφορετική σημασία και χρήση. Πιο συγκεκριμένα :
λογικά (ως επίθετο)
Ως επίθετο, η λέξη “λογικά” είναι το ουδέτερο πληθυντικό του επιθέτου “λογικός”. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι σύμφωνο με τη λογική ή τη λογική σκέψη.
τα λογικά (ως ουσιαστικό)
Ως ουσιαστικό, η λέξη “τα λογικά” αναφέρεται στον νου, στο μυαλό, στη λογική ικανότητα ή στη νοητική κατάσταση ενός ατόμου. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ψυχική υγεία ή τη λογική συμπεριφορά, την ορθή σκέψη και κρίση.
λογικά (ως επίρρημα)
Ως επίρρημα, η λέξη “λογικά” περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο γίνεται κάτι, δηλαδή με βάση τη λογική ή τους κανόνες της λογικής σκέψης.
Αφήστε μια απάντηση