ο λαδερός ➖ η λαδερή ➖ το λαδερό

Loading

[laδerós] 

1. όταν ένα φαγητό είναι λαδερό, το μαγειρεύουμε με λάδι

2. όταν ένα φαγητό είναι λαδερό, έχει μέσα του περισσότερο λάδι απ’ όσο χρειάζεται


αλάδωτος


Επίθετα σε -ος, -η, -ο : Τρικατάληκτο, οξύτονο επίθετο σύμφωνα με το οποίο κλίνονται και τα αγαθός, δασικός κ.ά. . Ο τόνος πάντοτε παραμένει στην ίδια συλλαβή.  (Δείτε όλα τα επίθετα αυτής της κατηγορίας εδώ ).

Ενικός αριθμός
 αρσενικόθηλυκόουδέτερο
ονομ.
γεν.
αιτ.
κλητ.
ο
του
τον
λαδερός
λαδερού
λαδερό
λαδερέ
η
της
την
λαδερή
λαδερής
λαδερή
λαδερή
το
του
το
λαδερό
λαδερού
λαδερό
λαδερό
Πληθυντικός αριθμός
ονομ.
γεν.
αιτ.
κλητ.
οι
των
τους
λαδεροί
λαδερών
λαδερούς
λαδεροί
οι
των
τις
λαδερές
λαδερών
λαδερές
λαδερές
τα
των
τα
λαδερά
λαδερών
λαδερά
λαδερά
πηγή : Γραμματική Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού

λαδερός < μεσαιωνική ελληνική : λαδερός < λάδ(ι) -ερός

πηγή : Λεξικό Κοινής Νεοελληνικής


λαδάδικο, Λαδάς, λαδέμπορος, λαδής -ιά -ί, λάδι, λαδιά, λαδικό, λαδίλα, λαδόκολλα, λαδολέμονο, λαδομπογιά, λαδομπογιατίζω, λαδόξιδο, λαδόπανο, λαδορίγανη, λαδοτύρι, λαδόχαρτι, λάδωμα, λαδώνω, λαδωτύρι


λαδο-
 [laδo] & λαδό- [laδó], όταν κατά τη σύνθεση ο τόνος ανεβαίνει στο α’ συνθετικό & λαδ- [laδ], όταν το β’ συνθετικό αρχίζει από φωνήεν : το ουσ. λάδι ως α’ συνθετικό σε σύνθετες λέξεις· (πρβ. ελαιο-)· δηλώνει ότι αυτό που εκφράζει το β’ συνθετικό: 

α. αναφέρεται στο λάδι, σχετίζεται με το λάδι ή είναι κατάλληλο για λάδι: λαδεμπόριο, λαδέμπορας, λαδόκολα, λαδοπίθαρο, λαδόχαρτο.

β. περιέχει λάδι: λαδόξιδο, λαδολέμονο.


(πάτησε ⤵️ για εμφάνιση)
  • Λαδερό είναι ένα φαγητό που μπορεί να φαγωθεί, άνετα, και κρύο. (Πηγή : https://terrapapers.com/ )
  • Το λαδερό δέρμα είναι ένα υλικό που έχει υποστεί έντονη θρεπτική .. (Πηγή : https://vibramsola.gr/)
  • Θρέφει, μαλακώνει και αδιαβροχοποιεί το λείο και λαδερό δέρμα, καθώς και τα λαδερά υφάσματα. . (Πηγή : https://vibramsola.gr/)
  • Αν σε βρει Κυριακή του Αυγούστου στην Αθήνα, ένα λαδερό με ψάρι να φτιάξεις. (Πηγή : https://www.in2life.gr/)
  • Μαγειρεύουμε το γνωστό παραδοσιακό λαδερό φαγητό με πολύ λιγότερες θερμίδες και με εξίσου πολύ καλή γεύση. (Πηγή : https://diatrofi.gr/)
  • Φασολάκια κοκκινιστά με κοτόπουλο, κλασικό λαδερό φαγητό της ελληνικής κουζίνας. (Πηγή : https://www.argiro.gr/)
  • Πολύ νόστιμο λαδερό φαγητό που του πάει πολύ η φέτα και το φρέσκο ψωμάκι !!! (Πηγή : https://gr.pinterest.com/)
  • Είναι κατάλληλο για λείο δέρμα, λαδερό δέρμα και λαδερό καστόρι. (Πηγή : https://moderngreeksandals.com/)

το λαδερό (ως επίθετο)

Το επίθετο “λαδερό” χρησιμοποιείται για να δηλώσει φαγητά που μαγειρεύονται με βάση το λάδι, κυρίως το ελαιόλαδο. Χρησιμοποιείται κυρίως για φαγητά και για λαχανικά που είναι μαγειρεμένα με λάδι.

Παραδείγματα :

  • Τα λαδερά φασολάκια είναι ένα από τα πιο αγαπημένα, παραδοσιακά … (Πηγή : https://diatrofiki-pyramida.gr)
  • Οι μπάμιες λάιτ με λιαστές ντομάτες είναι ένα ωραίο και ελαφρύ νηστίσιμο λαδερό φαγάκι, με πολλές ευεργετικές ιδιότητες και πολλά θρεπτικά συστατικά. (Πηγή : https://www.kopiaste.info/)

το λαδερό (ως ουσιαστικό)

α. Το “λαδερό” ως ουσιαστικοποιημένο επίθετο1 στα νέα ελληνικά αναφέρεται συνήθως σε ένα είδος φαγητού. Στη νεοελληνική κουζίνα, “λαδερά” είναι μια κατηγορία φαγητών που παραδοσιακά μαγειρεύονται με άφθονο ελαιόλαδο και συχνά περιλαμβάνουν λαχανικά, όπως τα φασολάκια, οι μπάμιες, οι μελιτζάνες, τα γεμιστά κ.λπ. Η χρήση του επιθέτου “λαδερό” ως ουσιαστικό αναδεικνύει τη σημαντικότητα και τη συχνότητα αυτών των πιάτων στην ελληνική διατροφή.

Παραδείγματα :

  • Όταν λαχταράμε νόστιμο, σπιτικό φαγάκι, η πρώτη λέξη που μας έρχεται στο μυαλό είναι «λαδερό»! (Πηγή : https://www.mama365.gr/)
  • Αν μάλιστα, συνοδέψουμε το λαδερό μας με μια ολόπαχη φέτα, τότε μπορούμε να μιλάμε για την πεμπτουσία της γεύσης. (Πηγή : https://dinanikolaou.gr/)

β. Λαδερό λέμε το δοχείο λαδιού που χρησιμοποιείται για μαγείρεμα ή για επιτραπέζια χρήση. 

λαδικό


γ. Λαδερό λέμε το δοχείο λαδιού που χρησιμοποιείται για τη λίπανση μηχανών

λαδωτήρι


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

  1. Στην Ελληνική υπάρχουν πολλά επίθετα που χρησιμοποιούνται ως ουσιαστικά. Αυτά τα επίθετα ονομάζονται ουσιαστικοποιημένα επίθετα. Το ουσιαστικό που προσδιορίζεται από ένα επίθετο παραλείπεται όταν εννοείται εύκολα, και έτσι το σύναρθρο επίθετο λειτουργεί ως κεφαλή της ονοματικής φράσης. Υπάρχει συμφωνία ως προς το γένος και τον αριθμό ανάμεσα στο επίθετο και το ουσιαστικό που έχει παραλειφθεί. ↩︎

LEAVE A COMMENT